Όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια ακούμε θέματα που σχετίζονται με τη διατροφή ...
H ψυχολογία της διατροφής στα παιδιά
Η επιλογή της τροφής αποτελεί μία σύνθετη συμπεριφορά του ανθρώπου. Μελετώντας τη διατροφική συμπεριφορά των παιδιών, συμπεραίνουμε ότι στη διαμόρφωσή της συμμετέχουν ποικίλοι αλληλοεξαρτώμενοι παράγοντες. H οικογένεια μπορεί να επηρεάσει ποικιλοτρόπως τη διαιτητική συμπεριφορά του παιδιού, αλληλεπιδρώντας με το περιβάλλον στο οποίο ανήκει. Κατά τη διάρκεια της προσχολικής ηλικίας τα παιδιά αναπτύσσουν την κινητικότητα, τις συναισθηματικές και τις γνωστικές τους λειτουργίες με συνέπεια καθημερινά να ανακαλύπτουν και να επικοινωνούν με το περιβάλλον τους όλο και περισσότερο.
Η εξοικείωση με ένα τρόφιμο αποτελεί κύρια παράμετρο για τον καθορισμό των τροφικών επιλογών στον άνθρωπο. Απαραίτητη προϋπόθεση για να καταστεί ένα τρόφιμο οικείο είναι να εκτεθεί το παιδί σε αυτό, τόσο στην ύπαρξη όσο και στη γεύση του. Η διαθεσιμότητα και η εύκολη πρόσβαση στο τρόφιμο μπορούν να αυξήσουν την αποδοχή του. Είναι, όμως, σημαντικό να γνωρίζουν οι γονείς ότι απαιτούνται περισσότερες από 10 ή και 15 φορές έκθεσης, και μάλιστα με ουδέτερο τρόπο, χωρίς πίεση για κατανάλωση, προκειμένου το παιδί να δοκιμάσει το τρόφιμο, να το αποδεχθεί και, ίσως, να το εντάξει στο διαιτολόγιό του. Κάτι τέτοιο, βέβαια, απαιτεί πολύ μεγαλύτερη προσπάθεια από αυτήν που οι περισσότεροι γονείς είναι διατεθειμένοι ή μπορούν να προσφέρουν, καθώς απογοητεύονται και εγκαταλείπουν νωρίτερα, διαγράφοντας το συγκεκριμένο τρόφιμο από ενδεχόμενη επιλογή στο διαιτολόγιο του παιδιού τους.
Με ποιο τρόπο μπορούν να καλλιεργηθούν νέες διατροφικές συνήθειες στα παιδιά;
Ένας από τους ισχυρότερους τρόπους για να επιτευχθεί και να διατηρηθεί η δοκιμή ενός νέου τροφίμου φαίνεται να είναι η μίμηση. Οι γονείς λειτουργούν ως πρότυπα και τα παιδιά μέσω της μίμησης υιοθετούν, όχι μόνο τις συνήθειες των γονέων τους σχετικά με τα τρόφιμα που καταναλώνονται, αλλά και τη γενικότερη διαιτητική τους συμπεριφορά και στάση απέναντι στο φαγητό. Πρότυπα, βέβαια, αποτελούν και άλλα άτομα του περιβάλλοντος των παιδιών, όπως οι παιδαγωγοί, οι συμμαθητές και οι «σημαντικοί» φίλοι.
Η ποικιλία και τα χρώματα στο πιάτο είναι απαραίτητα. Ο Brian Wansink, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Cornell στη Νέα Υόρκη, μελετώντας τις διατροφικές συνήθειες των παιδιών παρατήρησε κάτι αξιοπερίεργο σε ένα νηπιαγωγείο: τα παιδιά είχαν μία ιδιαίτερη προτίμηση στο μπρόκολο, ένα λαχανικό που η πλειοψηφία των συνομηλίκων τους συνήθως απεχθάνεται. Διαπίστωσαν ότι η προτίμηση αυτή είχε να κάνει με τους νηπιαγωγούς του συγκεκριμένου κέντρου, που λέγοντάς τους ιστορίες την ώρα του φαγητού παρομοίαζαν το μπρόκολο με δέντρο την εποχή των δεινοσαύρων και τα παιδιά προσποιούνταν ότι είναι οι δεινόσαυροι που τρώνε τα δέντρα. Σε ένα άλλο νηπιαγωγείο, παρατήρησαν μια αντίστοιχα ισχυρή προτίμηση στο σπανάκι που πήγαζε από τον γνωστό ήρωα των κόμικς Ποπάϋ, που τρώγοντάς το γινόταν πιο δυνατός.
Οι παρατηρήσεις αυτές έκαναν τον Brian Wansink και τους συνεργάτες του να σκεφτούν ότι αποδίδοντας στα φρούτα και τα λαχανικά μία θρεπτική τους ή και μη ιδιότητα, αυτόματα καθίστανται μια πιο ελκυστική τροφή για τα παιδιά. ‘Ενα έξυπνο, αλλά πάνω από όλα χαμηλού κόστους μάρκετινγκ. ‘Ετσι λοιπόν, πήγαν στο εστιατόριο ενός ολοήμερο σχολείου και μετονόμασαν το πιάτο με τον αρακά ‘power peas’ δηλαδή δυναμωτικό αρακά. Η αλλαγή αυτή του ονόματος διπλασίασε τις μερίδες που καταναλώθηκαν στο εστιατόριο.
Σε μια άλλη έρευνα, το όνομα έδειξε ότι όταν 186 τετράχρονα παιδιά είχαν να φάνε καρότα, τότε έτρωγαν διπλάσια ποσότητα, αν οι γονείς τους τα εμφάνιζαν με πρωτότυπες ή αστείες ονομασίες, για παράδειγμα “καρότα ακτίνων Χ” ή “φασόλια σούπερ-δύναμης” ή “μπρόκολα δεινοσαύρων”!
Μετά από ένα διάστημα διατροφής με “ξαναβαφτισμένα” φαγητά, τα παιδιά συνέχιζαν να τρώνε κατά μέσο όρο 50% περισσότερα καρότα καθημερινά, ακόμα κι όταν οι γονείς είχαν σταματήσει πια να τα ονομάζουν με τα ασυνήθιστα ονόματα.
Όμως ανάλογες μελέτες έχουν δείξει ότι στην “παγίδα” πέφτουν και οι ενήλικες. Μια έρευνα σε εστιατόρια έχει διαπιστώσει ότι όταν οι ιδιοκτήτες αλλάζουν τα ονόματα των πιάτων που σερβίρουν και τους δίνουν πρωτότυπα ονόματα, όχι μόνο οι πωλήσεις αυξάνονται κατά 28%, αλλά και η αξιολόγηση της γεύσης των πιάτων από τους πελάτες αυξάνει κατά 12% (παρόλο που δεν έχει αλλάξει τίποτε στο περιεχόμενο στο πιάτου).
Είτε στα μικρά παιδιά, είτε στους μεγάλους, η επίδραση είναι ίδια τελικά, σύμφωνα με τους ερευνητές: “Ίδιο φαγητό, αλλά διαφορετικές προσδοκίες και, τελικά, μια διαφορετική εμπειρία”.
Σ’ αυτό το σημείο, αξίζει να αναφέρω την προσπάθεια που κατέβαλε ο Βρετανός σεφ Jamie Oliver το 2005. Μέσω της καμπάνιας του στο Internet, συγκέντρωσε 300.000 υπογραφές περίπου ανθρώπων που υποστήριξαν την προσπάθειά του, για την τροποποίηση του φαγητού και των διατροφικών συνηθειών στα Βρετανικά σχολεία. Η προσπάθεια αυτή θα διαρκούσε 3 χρόνια και έπειτα θα επανεξεταζόταν το αποτέλεσμα της. Σε στενή συνεργασία με τους επικεφαλής και τους μαγείρους των σχολείων, άρχισε να διαμορφώνει ένα νέο τρόπο διατροφικής συμπεριφοράς που έδωσε μετέπειτα και μια άλλη διάσταση στην καθημερινή διατροφή πολλών οικογενειών.
Πιο συγκεκριμένα, μεγάλη σημασία δόθηκε στην εξοικείωση των παιδιών με τις θρεπτικές ουσίες που μπορούν να προσφέρουν τα φρούτα και τα λαχανικά. Αυτού του είδους η εξοικείωση γινόταν πολλές φορές και με θεατρικό τρόπο (π.χ. Jamie – καλαμπόκι) όπου το μήνυμα των ουσιών της κάθε τροφής έπαιρνε ένα πιο διασκεδαστικό χαρακτήρα και επομένως το μήνυμα γινόταν πιο αποδεκτό από τα παιδιά.
Επίσης, μάθαιναν τι δυνατότητες μπορεί να δώσει το κάθε συστατικό στον οργανισμό και που μπορεί να χρησιμοποιηθεί. (υπήρχαν παιδιά που δυσκολεύονταν πολύ να αναγνωρίσουν λαχανικά, ενώ αντίθετα τις ονομασίες των fast food τις γνώριζαν όλοι).
Επιπλέον, τα παιδιά μάθαιναν να διαχωρίζουν τη διαφορά της φυσικής από την επεξεργασμένη τροφή με παραδείγματα στην κουζίνα, (π.χ. σύγκριση επεξεργασμένης έτοιμης κοτομπουκιάς με ένα μπούτι κοτόπουλου ψητού) οπότε μέσω αυτού του τρόπου τα παιδιά μάθαιναν να διαχωρίζουν τις επεξεργασμένες από τις φυσικές γεύσεις.
Επομένως, σταδιακά αποσύρθηκαν τροφές που περιείχαν πολλά λιπαρά και ελάχιστες θρεπτικές ουσίες με αποτέλεσμα να εισαχθεί ένα καινούριο μενού στα σχολεία, το οποίο βασιζόταν αποκλειστικά σε υγιεινές συνήθειες.
Κατά τη διάρκεια του όλου προγράμματος ξεχωριστό ρόλο είχε η έμφαση που δινόταν στην παρουσίαση του φαγητού, όπως στο σχήμα και στο χρώμα της εκάστοτε τροφής (π.χ. πίτσα με λαχανικά, κέικ καρότου ή μπανάνας, κλπ.). Με αυτό τον τρόπο εκπαίδευσης, τα παιδιά γνώριζαν και καταλάβαιναν από τι αποτελείται το φαγητό τους καθώς και ποια είναι η θρεπτική τους σημασία. Να σημειώσω τέλος, πως σε αυτή την εκστρατεία συμμετείχαν και οι γονείς των παιδιών κατά διαστήματα, όπου και οι ίδιοι δοκίμαζαν το καινούριο μενού και εκπαιδεύονταν σ΄αυτό το νέο τρόπο διατροφής.